Η φυτοπροστασία του Μέλλοντος θα είναι οικολογική θα είναι όμως και αποτελεσματική;

        

        Τις προηγούμενες δεκαετίες η φυτοπροστασία ήταν μία επιστημονικό-εμπορική διαδικασία όπου οι περισσότεροι γεωπόνοι διαλέγοντας μέσα από μία γκάμα ισχυρών χημικών δραστικών ουσιών έφερναν εις πέρας το έργο της παραγωγής "ποιοτικών" οπωροκηπευτικών. Ωστόσο πλέον το τοπίο αυτό αλλάζει ραγδαία καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωράει σταδιακά σε γενικευμένες αποσύρσεις δραστικών ουσιών αλλάζοντας το τρόπο της φυτοπροστασίας σε όλη την Γηραιά Ήπειρο. Αυτό θα επιφέρει κοσμογονικές αλλαγές στην δενδροκομία, τη λαχανοκομία και τις μεγάλες καλλιέργειες. 

    Η γενικευμένη χρήση ευρέως φάσματος μυκητοκτόνων, εντομοκτόνων και ζιζανιοκτόνων τα προηγούμενα χρόνια είχε πολλά πλεονεκτήματα και σημαντικά μειονεκτήματα. Τα περισσότερα από αυτά τα σκευάσματα είχαν μικρό κοστολόγιο και καταπολεμούσαν ή παρείχαν πρόληψη για σημαντικό αριθμό ασθενειών και εντόμων από διαφορετικά μάλιστα είδη (π.χ Chlorpyriphos, Mancozeb) πολλά από αυτά είχαν υψηλό PHI, δηλαδή η επιτρεπόμενη χρήση ήταν αρκετές ημέρες πριν τη συγκομιδή, άλλα πάλι χρησιμοποιούνται μέχρι και 3 ημέρες πριν τη συλλογή των καρπών. Η κάθε διαφορετική ομάδα δραστικών περιλάμβανε αρκετές ουσίες οι οποίες ήταν στην φαρέτρα των γεωπόνων και παραγωγών όπως οι πολλές χημικές πυρεθρίνες,  τα οργανοφωσφωρικά εντομοκτόνα και οι τριαζόλες (Tebuconale, Fenbuconazole κτλ.) από τα μυκητοκτόνα. Τα τελευταία 20 χρόνια έχουν εισαχθεί και νέες καινοτόμες χημικές δραστικές ουσίες οι οποίες έχουν επιλεκτική δράση κατά των εχθρών και των ασθενειών με υψηλότερο κοστολόγιο μεν αλλά και υψηλή αποτελεσματικότητα δε.

        Η χρήση των "παλαιών" δραστικών ουσιών (πχ. Imidacloprid, Chlorpyriphos, Mancozeb, Dimethoate, Thiophanate methyl κ.α.) πλεονεκτούσε ως προς το κόστος χρήσης και την ευρεία κάλυψη  που παρείχαν σε εχθρούς και ασθένειες. Αυτές οι συνθήκες επέτρεψαν την επέκταση πολλών καλλιεργειών σε περιοχές που σε αντίθετη περίπτωση δεν θα είχαν καμία ελπίδα να καλλιεργηθούν. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι τα ροδάκινα, τα νεκταρίνια, τα βερίκοκα, τα κεράσια, τα μήλα και τα αχλάδια. Τα ροδάκινα για παράδειγμα καλλιεργούνται πλέον σε πολλές περιοχές με υψηλή σχετική υγρασία το καλοκαίρι και βαριά εδάφη. Οι καλλιέργειες στις περιοχές αυτές είναι επιρρεπής σε ασθένειες δύσκολες και επιθετικές όπως η Φαιά σήψη (Μονίλια), το Κλαδοσπόριο και το Ωίδιο. Μέχρι σήμερα η καλλιέργεια σε αυτές τις περιοχές θεωρείται σχετικά επιτυχής, καθώς ακόμη και με αυτά τα ισχυρά μυκητοκτόνα δεν παύουν να υπάρχουν προβλήματα τις χρονιές με άκαιρες βροχοπτώσεις. Από την άλλη η καλλιέργεια της βερικοκιάς είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στη σήψη Ανθών από Φαιά σήψη την περίοδο της ανθοφορίας αλλά και στο Κορύνεο όπου στιγματίζει τους καρπούς, η αντιμετώπιση της δεύτερης ασθένειας γίνεται μέχρι σήμερα με ευρέως φάσματος πολυθεσικά μυκητοκτόνα επαφής τα οποία και καταργούνται μέσα στο 2021 χωρίς να υπάρχουν αντικαταστάτες αυτών. Ωστόσο, οι παραπάνω "παλαιές" δραστικές έχουν πολλά μειονεκτήματα. Αρκετές από αυτές έχουν κριθεί επικίνδυνες για την υγεία του χρήστη και του καταναλωτή με μακροχρόνιες επιπτώσεις (νεοπλασίες, ορμονολογικά προβλήματα κ.α.). Ταυτόχρονα οι συνέπειες στο περιβάλλον είναι σοβαρές,  ειδικότερα τα εντομοκτόνα επηρεάζουν σε βαθμό αφανισμού πολλά ωφέλιμα έντομα όπως για παράδειγμα τις μέλισσες, ενώ πολλές δραστικές εντοπίζονται για χρόνια στο έδαφος ή στα υπόγεια ύδατα.

     Τα σύγχρονα φυτοπροστατευτικά έχουν 4 κατευθύνσεις: η πρώτη είναι κατεύθυνση βασίζεται στη χρήση προϊόντων προερχόμενα από άλλους μικροοργανισμούς (βακτήρια, μύκητες, Ιούς) και φυτά ή στην εφαρμογή με τους ίδιους αυτούς τους μικροοργανισμούς. Η τεχνολογία αυτή είναι έχει ξεκινήσει εδώ και αρκετές δεκαετίες (πχ. Βάκιλος Θουριγγίας) ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει και γιγαντώνεται με τις εταιρίες να προωθούν δεκάδες πλέον προϊόντα που περιέχουν βακτήρια (Bacillus subtilis ή τα υποπροϊόντα αυτών), Ιούς λεπιδοπτέρων, Εντομοπαθογόνους νηματώδεις, εκχυλίσματα φυτών (εσπεριδοειδών, Equisetum sp Κ.α) καθώς και ανταγωνιστικούς μύκητες (Trichoderma sp., Saccharomyces sp. κ.α.). Η δεύτερη βασίζεται στη χρήση χημικών φυτοπροστατευτικών τα οποία όμως έχουν εξειδικευμένη δράση σε μύκητες, βακτήρια ή έντομα στόχους χωρίς να βλάπτουν σημαντικά τα ωφέλιμα είδη και τα θηλαστικά. Τελευταία, διαφαίνεται και μία τρίτη κατηγορία χημικών ουσιών φυσικά ελεύθερων στο περιβάλλον ή με ήπια χημική επεξεργασία τα οποία κυκλοφορούν με έγκριση λιπασμάτων αλλά έχουν και φυτοπροστατευτική δράση (καολίνης, ζεόλιθος, πολυσουλφίδιο του θείου (θειοασβέστιο),  όξινο διττανθρακικό κάλιο, σάπωνες). Τέλος, η τέταρτη κατηγορία είναι τα προϊόντα που διεγείρουν την επίκτητη άμυνα των φυτών και τα προετοιμάζουν για τις επικείμενες μολύνσεις πρόκειται δηλαδή για εμβόλια των φυτών.  Σε κάθε περίπτωση όλη αυτή η γκάμα των νέων προϊόντων δεν είναι σαφές αν μπορεί να αντικαταστήσει σε αποτελεσματικότητα τα "παλαιάς" τεχνολογίας φυτοπροστατευτικά. Θέλοντας να εκλαϊκεύσουμε αυτό το συμπέρασμα μπορούμε να αναφέρουμε ένα παράδειγμα.  Θα μπορέσουν αυτά τα σκευάσματα,  σε ένα βροχερό καλοκαίρι, να προστατεύσουν από τη μονίλια τα φρούτα και πως θα γίνει αυτό όταν  τα ήδη υπάρχοντα ισχυρά μυκητοκτόνα δεν τα καταφέρνουν επαρκώς. Ποιος θα αναλάβει το κόστος της αποτυχίας όταν θα σαπίσει μεγάλο μέρος της παραγωγής; 

        Σήμερα πολλά προβλήματα ταλανίζουν τη γεωργία και ειδικά την δενδροκομία, όπως οι χαμηλές τιμές παραγωγού (ροδάκινα, νεκταρίνια), η έλλειψη εργατικών χεριών, η γενικότερη οικονομική κατάσταση,  η πανδημία κτλ. Τα προβλήματα αυτά επισκιάζουν την μεγάλη αναμενόμενη έλλειψη σε φυτοπροστατευτικά, όπως αυτή θα προκύψει μετά το 2023 και το βάρος των διεκδικήσεων των παραγωγών και συλλόγων οδηγείται εξολοκλήρου στην οικονομία.

    Το 2019, 2020 και 2021 αποσύρθηκαν από την αγορά πολλές δραστικές ουσίες  όπως το imidacloprid, thiacloprid, dimethoate, chlorpyriphos, mancozeb, thiram, beta-cyfluthrin κ.α. ενώ σύμφωνα με τις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την περιρρέουσα κατάσταση θα ακολουθήσουν και άλλες αποσύρσεις δραστικών ουσιών στο εγγύς μέλλον. Οι παραπάνω δραστικές ήταν εξαιρετικά απαραίτητες για την δενδροκομία και τη λαχανοκομία ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να τις αποσύρει. Μπορεί να φαίνεται σωστό στα μάτια των περισσότερων πολιτών, ωστόσο η συνεχής απόσυρση τέτοιων δραστικών ουσιών δένει τα χέρια των γεωπόνων και παραγωγών διότι δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εναλλακτικές. Το πρόβλημα φαίνεται να είναι σημαντικότερο στον τομέα των μυκητοκτόνων, ενώ με τα εντομοκτόνα θέμα θα υπάρξει στα αφιδοκτόνα (οι αφίδες έχουν αναπτύξει ανεκτικότητες σε αρκετά από τα υπάρχοντα), στο εντομοκτόνα των κοκκοειδών και των κολεόπτερων (π.χ. κλεονός). Στα λεπιδόπτερα η αντιμετώπιση θα είναι επαρκής με την χρήση των διαθέσιμων εντομοκτόνων και των συστημάτων παρεμπόδισης σύζευξης. 

        Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; 

        Πάντα χρησιμοποιούσα την έκφραση ότι όπου γίνονται τα δένδρα που φυτεύουμε δεν σημαίνει ότι θα καταφέρουν να γίνουν και τα φρούτα τους! 

      Στο μέλλον ο γεωτεχνικός θα πρέπει να είναι ένας εξειδικευμένος βιολόγος-γεωπόνος με άριστες γνώσεις σε ειδικά επιστημονικά θέματα όπως ο βιολογικός κύκλος όλων των ασθενειών, εντόμων ιών κτλ., η σωστή χρήση των βιοδραστικών φυτοπροστατευτικών και τα κλιματικά χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής. Θα πρέπει να πειραματίζεται συνεχώς και να προτείνει συγκεκριμένα πρωτόκολλα για κάθε καλλιέργεια που θα κατευθύνουν τους παραγωγούς από την επιλογή του είδους-ποικιλία που θα φυτεύσουν μέχρι την παραγωγή του τελικού προϊόντoς. Δυστυχώς, αν δεν υπάρξει οργανωμένη καθοδήγηση από την πολιτεία η μετάβαση στη νέα εποχή θα γίνει βίαια με τον αγρότη να δέχεται σημαντικό οικονομικό πλήγμα. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να συνεχίζουμε να προτείνουμε ευπαθείς σε ασθένειες και εχθρούς καλλιέργειες ή ποικιλίες αυτών σε περιοχές που γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι θα έχουν πρόβλημα, δηλαδή όταν κάποιος φυτεύει ευπαθή στη μονίλια ποικιλίες ροδακινιάς ή δαμασκηνιάς σε υγρά χωράφια ή περιοχές, όπου είναι και τα περισσότερα στον κάμπο των Γιαννιτσών,  υπάρχει σοβαρός κίνδυνος αυτά να μην μπορούν να παράγουν ποιοτικά και καθαρά από ασθένειες προϊόντα σε 5-7 χρόνια από σήμερα. Επί προσθέτως, όσα καταφέρουν να παραχθούν θα έχουν τεράστιο κόστος καθώς τα νέα φυτοπροστατευτικά είναι ακριβά και απαιτούν παραπάνω χρήσεις. 

     Είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα δούμε αύξηση των τιμών καταναλωτή και συμπίεση του κέρδους για τον αγρότη, ενώ είναι πιθανό με τα χρόνια πολλές καλλιέργειες να περιοριστούν σε περιοχές με ξηρότερες συνθήκες όπως για παράδειγμα οι πλαγιές βουνών όπου η σχετική υγρασία το καλοκαίρι είναι ελάχιστη και οι ασθένειες λιγότερες. Ταυτόχρονα πολλές πεδιάδες που σήμερα  είναι γεμάτες με δενδροκαλλιέργειες να μετατραπούν σε περιοχές με μεγάλη καλλιέργεια όπως βαμβάκι και σιτηρά καθώς θα είναι αδύνατο να παράγουν φρούτα. 

    Οι λύσεις που θα υπάρξουν είναι πιθανό να αφορούν πλέον μόνο εκείνα τα αγροκτήματα που πληρούν τις κλιματικές προϋποθέσεις για την κάθε καλλιέργεια. Πιο συγκεκριμένα τα ευπαθή ροδάκινα θα εκλείψουν από τις περιοχές εκείνες του κάμπου όπου οι ασθένειες Φαιά σήψη (μονίλια) και κλαδοσπόριο καλπάζουν και θα περιοριστούν σε λιγότερο υγρές περιοχές, οι ευπαθείς ποικιλίες (πχ. Sweet scarlet, Morsiani, Sweet lady) θα εξαφανιστούν ενώ η γενετική βελτίωση αυτών θα οδηγηθεί στην εξεύρεση γενοτύπων με ανθεκτικότητα στις ασθένειες μειώνοντας ίσως άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Το ίδιο θα ισχύσει και με τα άλλα είδη που παράγονται σε αυτές τις περιοχές και έχουν δυσκολοεξόντωτους εχθρούς και ασθένειες (Μήλα, αχλάδια, κεράσια κ.α.). Στη μετάβαση αυτή θα υπάρξουν καιροσκόποι που θα προσπαθήσουν να θησαυρίσουν εμπορευόμενοι φυτοφάρμακα που έχουν αποσυρθεί ή φυτοφάρμακα από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνοψίζοντας τα κύρια φυτοπαθολογικά προβλήματα που διαφαίνονται για το μέλλον είναι οι μύκητες Monilia sp, Sphaerotheca pannosa, Coryneum beijerinckii, Fusicladium sp., Botrytis cinerea, Cladosporium carpophilum, Cytospora sp. και τα έντομα Aphis sp, Myzus persicae, Otiorynchus sulcatus, Sphaerolecanium sp, Halyomorpha halys, Drosophila suzukii κ.α.

    Οι παραγωγοί θα πρέπει να εκπαιδευτούν σε τεχνικές αντιμετώπισης και πρόληψης ασθενειών και εχθρών, που ναι μεν είναι γνωστές εδώ και χρόνια ωστόσο παρέμειναν ανεκμετάλλευτες εξαιτίας της αποτελεσματικότητας των παλαιών δραστικών ουσιών. Για παράδειγμα, η χρήση εντομολογικής κόλλας στους κορμούς των δένδρων, ή των  συστημάτων μαζικής παγίδευσης, όπως η εφαρμογή ξύλων για την παγίδευση του σκολύτη στα κεράσια, ο τακτικός καθαρισμός των μολυσμάτων κα..  Οι τεχνικές αυτές σε συνδυασμό με τα διαθέσιμα στο μέλλον φυτοπροστατευτικά θα αυξήσουν τις πιθανότητες μίας ποιοτικής και κερδοφόρου παραγωγής. Από την άλλη όμως πιθανή θα είναι και η αποτυχία στην φυτοπροστασία με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την βιωσιμότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων.

    Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ενημερωθεί και το καταναλωτικό κοινό. Πρώτον για τους λόγους της επικείμενης αύξησης των τιμών, των περισσότερων οπωροκηπευτικών προϊόντων ως αποτέλεσμα της αύξηση του κόστους παραγωγής και δεύτερον στην παρουσία προϊόντων που θα θυσιάζουν μεν την οπτική τους εικόνα (πιθανές αλλοιώσεις στην εξωτερική εμφάνιση) θα υπερτερούν δε στην καθαρότητα από χημικές δραστικές ουσίες. 

    Μπορεί όλα αυτά να μοιάζουν ως το πιθανότερο μελλοντικό σενάριο, ωστόσο ελπίζουμε οι εταιρίες να επεξεργάζονται νέες τεχνολογίες και προϊόντα που θα συνδυάζουν, την οικολογία, την προστασία της υγείας, την οικονομία και την αποτελεσματικότητα μαζί αποκρούοντας έτσι τις υποθέσεις αυτές. Ίδωμεν. 

1 σχόλιο: